Οστεοπόρωση: Η «αθόρυβη» πάθηση που μπορεί να προληφθεί
Η οστεοπόρωση είναι μια «αθόρυβη» πάθηση, που όταν φτάσει να εκδηλώσει τα πρώτα της συμπτώματα, έχει ήδη εξελιχθεί σημαντικά, αιφνιδιάζοντας τον ασθενή. Πρόκειται ουσιαστικά για τη σταδιακή απώλεια της οστικής μάζας που οδηγεί στη φθορά των οστών και τα καθιστά επιρρεπή σε κατάγματα. Είναι μια από τις πιο συχνές παθήσεις των οστών, διαγιγνώσκεται συνήθως στις ηλικίες άνω των 50 ετών και κυρίως άνω των 60, ενώ εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες. Ο σιωπηλός και ασυμπτωματικός χαρακτήρας της νόσου για ένα μεγάλο διάστημα καθιστά τις προληπτικές εξετάσεις ιδιαίτερα σημαντικές, ώστε να υπάρξει έγκαιρη διάγνωση και να μην κληθεί ο ασθενής να αντιμετωπίσει ένα κάταγμα ως «καμπανάκι» για την κατάστασή του.
Η φυσική απώλεια οστικής μάζας ξεκινά στις περισσότερες περιπτώσεις μετά τα 45 χρόνια. Όταν αυτή είναι μεγαλύτερη από το φυσιολογικό, τότε το ενδεχόμενο για την εμφάνιση της οστεοπόρωσης είναι αυξημένο. Το ίδιο συμβαίνει και σε περιπτώσεις ατόμων που δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν στην κορυφαία οστική μάζα, μια κατάσταση που συνήθως επιτυγχάνεται μέχρι τα 25 έτη. Οι βασικότεροι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση είναι η ηλικία, το φύλο και η κληρονομικότητα, αλλά και μια σειρά παθήσεων, όπως οι ενδοκρινολογικές, ο σακχαρώδης διαβήτης και οι καρδιοπάθειες. Ρόλο στην εμφάνιση οστεοπόρωσης μπορεί να παίξει και η συστηματική λήψη κορτιζόνης και θυρεοειδικής ορμόνης. Παράγοντες κινδύνου θεωρούνται επίσης η χαμηλή πρόσληψη βιταμίνης D και ασβεστίου, η διατροφή, το κάπνισμα και το αλκοόλ.
Τα συμπτώματα
Πώς όμως θα καταλάβουμε ότι η οστεοπόρωση μάς χτυπά την πόρτα; Τα κατάγματα, συνηθέστερα του καρπού, της σπονδυλικής στήλης και των ισχίων, η απώλεια ύψους και η κύφωση είναι τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της οστεοπόρωσης. Δυστυχώς κάνουν την εμφάνισή τους, όταν η πάθηση έχει ήδη προχωρήσει πολύ, χωρίς ο ασθενής να έχει αντιληφθεί το παραμικρό.
Δύο είναι οι τύποι της οστεοπόρωσης: η πρωτοπαθής και η δευτεροπαθής. Στη μεν πρώτη εντάσσονται η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, χαρακτηριστική στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, και η γεροντική, που διαπιστώνεται σε άτομα μεγαλύτερα των 70 ετών.
Η δε δεύτερη, η δευτεροπαθής οστεοπόρωση, σχετίζεται με υποκείμενες παθήσεις του ατόμου και ενδεικτικά με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και τον υπερθυρεοειδισμό, όπως επίσης και με νοσήματα για τα οποία ο ασθενής λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή που περιλαμβάνει κορτιζόνη και θυρεοειδική ορμόνη.
Διάγνωση και αντιμετώπιση
Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας είναι η εξέταση που θα εντοπίσει την οστεοπόρωση. Καλό είναι η εξέταση αυτή να διενεργείται νωρίς, προτού ένας ελαφρύς τραυματισμός ή ακόμα και μια απλή κίνηση οδηγήσει σε ένα αιφνιδιαστικό κάταγμα, που δεν θα είναι και το μοναδικό. Ο έλεγχος της οστικής πυκνότητας ενδείκνυται σε γυναίκες που διανύουν τη φάση της εμμηνόπαυσης, ακόμα και της κλιμακτηρίου, σε άτομα που έχουν ξεπεράσει τα 60 έτη ή έχουν οικογενειακό ιστορικό της νόσου, αλλά και παθήσεις που συνδέονται με την οστεοπόρωση. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν όλες αυτές οι ευπαθείς κατηγορίες είναι πως τα συμπτώματα μπορεί να αργήσουν να εκδηλωθούν, αυτό όμως δεν σημαίνει πως η νόσος δεν είναι εκεί, περιμένοντας να κάνει την εμφάνισή της.
Όσο νωρίτερα γίνει η διάγνωση της οστεοπόρωσης τόσο αποτελεσματικότερα θα αντιμετωπισθεί η εξέλιξή της, αν και η οστική απώλεια δεν μπορεί πλέον να αποκατασταθεί. Η θεραπεία που θα επιλεγεί εστιάζει κατά κύριο λόγο στην ανάσχεση νέων οστικών απωλειών, αλλά και στην ενίσχυση της οστικής παραγωγής. Προς αυτή την κατεύθυνση συνήθως επιλέγεται ένας συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και προγράμματος ειδικών ασκήσεων για την ενδυνάμωση του σώματος και την ισορροπία, ώστε να αποφεύγονται οι συχνοί τραυματισμοί.
Μην αφήσετε την απώλεια της οστικής μάζας να ορίσει τη ζωή σας. Προλάβετε την οστεοπόρωση και αντιμετωπίστε τα συμπτώματά της εγκαίρως. Βάλτε την πρόληψη στη ζωή σας και κρατήστε το σώμα σας υγιές και δυνατό.